Είναι αλήθεια πως ο σύγχρονος τρόπος ζωής με την αφθονία, την υπερκατανάλωση και την προβολή εσφαλμένων προτύπων, έχει αυξήσει τα τελευταία χρόνια τις ψυχογενείς παθολογικές καταστάσεις που σχετίζονται με τη διατροφή.
Οι διατροφικές διαταραχές πλήττουν κυρίως τις γυναίκες οι οποίες στην προσπάθειά τους να αποκτήσουν ένα «τέλειο σώμα» βρίσκονται σε μια διαρκή διαδικασία δίαιτας χωρίς να γνωρίζουν τους κινδύνους που εγκυμονεί η κατάσταση αυτή για την σωματική και την ψυχική τους υγεία.
Η ψυχογενής βουλιμία εμφανίζεται συνήθως στην μέση και τελική εφηβική ηλικία ή στην αρχή της ενήλικης ζωής και συχνά στο ιστορικό του ατόμου αναφέρεται αυξημένο βάρος ή παχυσαρκία. Συνήθως, αναπτύσσεται μετά από μία ψυχοπιεστική κατάσταση, δηλαδή μετά από μία δύσκολη εμπειρία που βιώνει ένας άνθρωπος. Μερικές φορές το πρόβλημα περνάει απαρατήρητο γιατί το σωματικό βάρος του ατόμου μπορεί να παραμείνει κανονικό ή κάπως αυξημένο. Το κύριο χαρακτηριστικό της είναι τα επαναλαμβανόμενα επεισόδια καταβρόχθισης τροφής που ακολουθούνται από δυσβάσταχτες ενοχές οι οποίες συνήθως εξουδετερώνονται μέσα από τεχνητές εκκενώσεις του στομάχου όπως η πρόκληση εμετού ή η χρήση καθαρτικών και διουρητικών σκευασμάτων. Η βουλιμία είναι πολύ πιο συχνή από την ανορεξία και υπολογίζεται πως 2% έως 4% του γενικού πληθυσμού υποφέρει από αυτή ενώ το 10% των γυναικών έχουν κάποια αλλά όχι όλα από τα συμπτώματά της. Όπως και η ανορεξία, είναι πολύ πιο συχνή στις γυναίκες, αλλά έχει καλύτερη πρόγνωση και πολύ πιο σπάνια οδηγεί στο θάνατο.
Τα άτομα που πάσχουν από βουλιμία συνήθως είναι ανικανοποίητα από το σώμα τους. «Αναμασούν» διαρκώς στο μυαλό τους την ιδέα πως είναι υπέρβαροι και πως συγκεκριμένα μέρη του σώματός τους είναι παράξενα και μη ελκυστικά. Έχουν χαμηλή αυτοπεποίθηση και τείνουν να αναγάγουν την ευτυχία και την επιτυχία στη ζωή στην σωματική τους εικόνα η οποία τυπικά δεν τους ικανοποιεί. Δυσλειτουργικές και δογματικές πεποιθήσεις για την ευτυχία, την επιτυχία στη ζωή και την εικόνα του φυσικού σώματος τα βασανίζουν συνεχώς κι έχουν συνήθως ιδέες του τύπου «Όταν είναι κανείς λεπτός είναι επιτυχημένος, γοητευτικός και ευτυχισμένος. Πρέπει να είμαι λεπτός» ή «Το πάχος είναι αποτυχία, δυστυχία και κατάσταση που δημιουργεί αποστροφή. Πρέπει να μην είμαι χοντρός» «Ο αυτοέλεγχος είναι ένδειξη δύναμης και πειθαρχίας, δεν πρέπει να ενδίδω σε πειρασμούς» ή ακόμα «Οτιδήποτε λιγότερο από την απόλυτη επιτυχία, είναι απλά αποτυχία». Προσπαθούν με κάθε τρόπο να ελέγξουν την διατροφή τους τροφοδοτώντας συνεχώς έναν φαύλο κύκλο που διαιωνίζει το πρόβλημα.
Αυτή ακριβώς η προσπάθεια απόλυτου ελέγχου της διατροφής είναι που βρίσκεται στη ρίζα της έναρξης και διατήρησης του προβλήματος. Το υπερβολικά αυστηρό πρόγραμμα διατροφής στερεί από τον οργανισμό απαραίτητα συστατικά και ουσιαστικά εντείνει τα «ξεσπάσματα» υπερκατανάλωσης τροφής. Με άλλα λόγια, όσο πιο αυστηρά κριτήρια θέτουμε απέναντι στις βασικές βιολογικές μας ανάγκες, τόσο πιο πολύ καταπιέζουμε τον εαυτό μας και τόσο πιο πολύ αυξάνουμε την πιθανότητα ο οργανισμός μας να αντιδράσει καταναλώνοντας πολύ μεγάλες ποσότητες τροφής όταν βρεθούμε σε ένα χώρο όπου είναι διαθέσιμες. Με αυτό τον τρόπο συμβαίνουν επαναλαμβανόμενα επεισόδια υπερφαγίας που ενέχουν αίσθηση απώλειας ελέγχου και γρήγορη κατανάλωση απαγορευμένων ή παχυντικών τροφών, η οποία συχνά γίνεται με μηχανικό τρόπο. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που είναι σημαντικό είναι ότι, οι συμπεριφορές αυτού του τύπου σχετίζονται συνήθως με τις υπερβολικές προσδοκίες του ατόμου για έλεγχο του σωματικού του βάρους καθώς και με το γεγονός ότι το φαγητό είναι δυνατόν να αποκτήσει το χαρακτήρα μίας δραστηριότητας που προσφέρει ευχαρίστηση και παρηγοριά και υπό αυτήν την έννοια έχουν ψυχολογική χροιά. Ωστόσο, τα επεισόδια ή οι κρίσεις υπερφαγίας δεν σημαίνουν απαραίτητα την ύπαρξη βουλιμίας, καθώς δεν συνοδεύονται πάντα από αντισταθμιστικές συμπεριφορές, όπως πρόκληση εμετού, χρήση διουρητικών ή υπερβολική εκγύμναση. Βέβαια, μοιράζονται τον ίδιο αιτιολογικό μηχανισμό με τις κρίσεις βουλιμίας, και αποτελούν και αυτές ένα πρόβλημα που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί. Τα επεισόδια ανεξέλεγκτης κατανάλωσης τροφής οδηγούν το άτομο στο να καταβάλει ακόμη πιο έντονες προσπάθειες για να ελέγξει τη διατροφή του, με αποτέλεσμα να είναι πιο πιθανή η εμφάνιση νέων επεισοδίων υπερβολικής κατανάλωσης τροφής.
Τα ακριβή αίτια της βουλιμίας δεν είναι γνωστά. Φαίνεται πως είναι πολυπαραγοντικά κι εμπλέκουν τόσο την προσωπικότητα των ατόμων, την έκθεσή τους στα πρότυπα των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών αναφορικά με την κομψότητα και την ομορφιά αλλά και μια μικρή γενετική συνδρομή. Το πρόβλημα συνίσταται στη σημασία που έχει το βάρος του ατόμου για το ίδιο και όχι σε αυτό καθαυτό το βάρος. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι η αυτοπεποίθησή του αρχίζει να εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από το βάρος του και η σκέψη του περιστρέφεται σχεδόν αποκλειστικά γύρω από θέματα βάρους. Από εκεί και πέρα είναι απολύτως αναμενόμενο να οδηγηθεί το άτομο σε ακραίες συμπεριφορές για τον έλεγχο του βάρους του σώματος, όπως το να γυμνάζεται υπερβολικά και να μην τρώει καθόλου. Ωστόσο, είναι αδύνατον το σώμα να ανεχτεί για μεγάλο διάστημα μία τέτοια μεταχείριση και έτσι το άτομο οδηγείται αναπόφευκτα στα "ξεσπάσματα βουλιμίας". Αναζητώντας βαθύτερα τα αίτια, αν εξετάσουμε τη σχέση του παιδιού κι αργότερα του εφήβου με τη διατροφή του, θα δούμε ότι συχνά δέχεται συγκρουόμενα μηνύματα αναφορικά με το φαγητό κατά τη διάρκεια της ζωής του. Έτσι, στην παιδική ηλικία το καλό παιδί είναι αυτό που τρώει όλο το φαγητό του, ενώ στην εφηβεία ο αποδεκτός , από τους συνομηλίκους του κι από τον εαυτό του, έφηβος είναι αυτός που έχει ένα αδύνατο, ελκυστικό για τα διαφημιστικά πρότυπα της εποχής μας, σώμα. Έτσι ο έφηβος μπορεί να εμπλακεί σε ένα δίπολο όπου από τη μια πλευρά νιώθει ανακούφιση κάθε φορά που τρώει μιας και έτσι έχει μάθει κατά την παιδική του ηλικία να είναι «το καλό παιδί» κι από την άλλη κάθε φορά που τρώει πολύ νιώθει απορριπτέος από την παρέα του και αποκλίνων από τα δυτικά πολιτισμικά πρότυπα ομορφιάς. Η βουλιμία περιλαμβάνει και τα δυο αυτά στάδια.
Επιπλέον, το άτομο έχει μάθει κατά την παιδική του ηλικία να χρησιμοποιεί το φαγητό σαν έναν τρόπο για να «τιθασεύει» το άγχος του. Στην ενήλικη ζωή, σε περιόδους stress, ενδέχεται να καταφύγει σε βουλιμικά επεισόδια για να αποσπαστεί από τα προβλήματά του. Αυτή όμως η τάση, μοιραία οδηγεί σε αύξηση του βάρους του επιβαρύνοντας με τη σειρά της κι άλλο την συναισθηματική κατάσταση του ατόμου και συχνά το οδηγεί στην υιοθέτηση αυστηρών ή και επικίνδυνων διαιτητικών συμπεριφορών. Η πείνα, που είναι το αποτέλεσμα μιας περιόδου υποσιτισμού, γίνεται ακατανίκητη, οδηγεί το άτομο σε βουλιμικά επεισόδια τα οποία συμβαίνουν όταν είναι μόνο, κατά τις απογευματινές ή βραδινές ώρες, και οι θερμίδες που καταναλώνει ισοδυναμούν με αυτές πολλών γευμάτων. Ο φόβος της παχυσαρκίας, η αίσθηση ανεπάρκειας, οι ενοχές, η ντροπή και η δυστυχία είναι τα κύρια συναισθήματα που εναλλάσσονται και οδηγούν το άτομο να νοιώθει ανυπόφορο άγχος για την εικόνα του σώματος του. Κατά τη διάρκεια των βουλιμικών επεισοδίων όλα του τα αρνητικά συναισθήματα μπλοκάρονται και κυριαρχούνται από ένα συναίσθημα πλήρους απόλαυσης κι απόσπασης από το περιβάλλον του. Αμέσως όμως μετά το βουλιμικό επεισόδιο, νιώθουν μεγάλες ενοχές, ο φόβος της παχυσαρκίας επανέρχεται πιο δριμύς από πριν και η πρόσκαιρη «ψυχική ηρεμία» που βίωσαν τρώγοντας και κάνοντας μετά εμετό, δίνει τη σκυτάλη σε αισθήματα κατάθλιψης, ντροπής, απαξίωσης και αδιεξόδου.
Συνήθως για την αντιμετώπιση του φαινομένου αποδεικνύεται πολύ χρήσιμη η συνεργασία με έναν ειδικό, προκειμένου να αποκατασταθεί ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα διατροφής και να διερευνηθεί ο συσχετισμός της πηγής του άγχους του ατόμου με τη σημασία που έχει γι’ αυτό, το σωματικό του βάρος. Πραγματικά είναι δυνατόν να απαλλαγεί κανείς εντελώς από ένα τέτοιο πρόβλημα διατροφής. Αυτό που είναι σημαντικό να έχουμε υπόψη είναι ότι τελικός σκοπός της θεραπείας είναι ακριβώς το να αναθεωρήσουμε τον τρόπο που βλέπουμε τον εαυτό μας και το φαγητό. Γιατί στην ουσία, οι βουλιμικές τάσεις είναι αποτέλεσμα της τελειοθηρικής στάσης που μπορεί να έχει κάποιος γενικότερα αλλά και στο θέμα της διατροφής. Μπορεί οι στόχοι που θέτει να είναι εξαιρετικά υψηλοί, με αποτέλεσμα όταν πιέζεται να μην μπορεί να τους τηρήσει και να αισθάνεται ενοχές και αποτυχία. Το να προσπαθήσει να επιβληθεί στον εαυτό του ακόμη περισσότερο τις στιγμές αυτές, οδηγεί το άτομο στο φαύλο κύκλο να υιοθετήσει ακόμη πιο αυστηρά προγράμματα που στη συνέχεια θα αθετήσει. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε πως η δύναμη είναι στα χέρια μας. Αφού βρίσκουμε τρόπους να εγκαταστήσουμε μια συμπεριφορά και να επιμένουμε σε αυτή είναι εξίσου δυνατό να μπορούμε να βρούμε τρόπους για να την αλλάξουμε. Ο δρόμος για την αλλαγή, την ισορροπία, την ευτυχία περνάει μέσα από τον εαυτό. Όταν το πρόγραμμά μας, ο τρόπος ζωής μας, η διατροφή μας γίνονται «εχθροί», είναι η κατάλληλη στιγμή να αναζητήσουμε έναν φίλο, τον πιο κοντινό, τον πιο σημαντικό: τον εαυτό μας!